Και «καθαρό» και φθηνό καύσιμο η βιομάζα
Απαγορεύεται όμως η χρήση της σε Αττική - Θεσσαλονίκη Κρατάμε έναν (ενεργειακό) θησαυρό στα χέρια μας και τον πετάμε στα σκουπίδια. Ο λόγος για τη βιομάζα, που μπορεί να καλύψει σημαντικές ενεργειακές ανάγκες και της οποίας η χρήση είναι ουσιαστικά απαγορευμένη σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Ενώ οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δίνουν κίνητρα για την ανάπτυξη μιας ακόμα ανανεώσιμης πηγής ενέργειας, η δική μας πολιτεία δείχνει αμήχανη απαγορεύοντας την καύση βιομάζας σε κεντρικούς καυστήρες στις περιοχές όπου ζει ο μισός ελληνικός πληθυσμός!
Για να γίνουμε συγκεκριμένοι: σύμφωνα με την υπουργική απόφαση 103 του 1993, στην περιοχή του ηπειρωτικού τμήματος του νομού Αττικής, στη Σαλαμίνα και στον νομό Θεσσαλονίκης (εκτός της περιοχής δυτικά του Γαλλικού ποταμού) τα μόνα επιτρεπόμενα καύσιμα είναι ντίζελ και αέριο, όσον αφορά τις κεντρικές θερμάνσεις. Η απόφαση αυτή αιτιολογήθηκε από την «ανάγκη μείωσης των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων», προφανώς γιατί τα τότε διαθέσιμα συστήματα καύσης βιομάζας (ξυλεία, υπολείμματα αγροτικών καλλιεργειών κ.λπ.) χαρακτηρίζονταν από σχετικά υψηλές εκπομπές αιωρούμενων μικροσωματιδίων και άλλων ρύπων.
Ελάχιστες εκπομπές ρύπων«Σήμερα όμως η απαγόρευση αυτή έχει ξεπεραστεί από τις τεχνολογικές εξελίξεις, γιατί οι σύγχρονοι λέβητες βιομάζας έχουν ελάχιστες εκπομπές και εξαιρετική καύση. Είναι ασύγκριτα πιο καθαροί, για παράδειγμα, από τα τζάκια που καίνε στις μεγαλουπόλεις χωρίς καμιά προδιαγραφή», λέει στην «Κ» ο κ. Γιώργος Παπαδάκης, καθηγητής στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο. Ακριβώς γι' αυτό τον λόγο η Ελληνική Εταιρεία Βιομάζας, μαζί με περιβαλλοντικές οργανώσεις ζητούν την κατάργηση της απαγόρευσης και την ενίσχυση της χρήσης βιομάζας, με υιοθέτηση βέβαια των αυστηρών προδιαγραφών και προτύπων που έχει θεσπίσει η Ε.Ε.
Η υπάρχουσα διάταξη φρενάρει την ανάπτυξη μιας ανανεώσιμης πηγής ενέργειας, γιατί η βιομάζα ανανεώνεται φυσικά. Αβλεψία ή εξυπηρέτηση συμφερόντων συνδεδεμένων με την προώθηση άλλων μορφών ενέργειας; Τα ανακλαστικά του υπουργείου Ανάπτυξης, εν όψει της νέας πρότασης για τον Εθνικό Ενεργειακό Σχεδιασμό, θα δείξουν...
«Βλέποντας να οδηγούνται στις χωματερές υπολείμματα πριονιστηρίων - ξυλουργείων, μεγάλες ποσότητες εξαιρετικής βιομάζας να καίγονται στους αγρούς, υπολείμματα υλοτομίας να συσσωρεύονται στα δάση μας (απειλώντας με πυρκαγιές), ερχόμενος σε επαφή με το αδιέξοδο των αγροτών (που θα μπορούσαν να στραφούν στα ενεργειακά φυτά) και από την άλλη παρατηρώντας την προώθηση της βιομάζας σε όλο τον κόσμο, το μόνο που σου μένει είναι θλίψη και οργή», τονίζει στην «Κ» ο κ. Κώστας Νασίκας, μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Εταιρείας Βιομάζας. Για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα στην ενεργειακή αξιοποίηση της ανεπεξέργαστης βιομάζας, που έχει μικρή πυκνότητα (μάζας και ενέργειας) και μεγάλη υγρασία, αναπτύσσονται μια σειρά νέα υλικά, όπως τα λεγόμενα συσσωματώματα ή σύμπηκτα (pellets). Τα pellets είναι ένα τυποποιημένο κυλινδρικό βιολογικό καύσιμο (μήκους 30 και διαμέτρου 5-8 χιλιοστών) που παρασκευάζεται με τη συμπίεση πριονιδίων και τεμαχιδίων από καθαρά, συνήθως, υπολείμματα ξύλου που προέρχονται από βιομηχανίες επεξεργασίας ξύλου. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν χρησιμοποιούνται κόλλες ή χημικά πρόσθετα (με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν βλαβερές εκπομπές κατά την καύση τους) μόνο υψηλή πίεση και ατμός. Η υγρασία του δεν ξεπερνά το 8%. Μια άλλη μορφή είναι τα μικρά κομματάκια (τσιπς) ξυλείας.
Τα συσσωματώματα έχουν πολλά πλεονεκτήματα. Για τη δημιουργία τους δεν απαιτείται να κοπούν δέντρα, αφού ανακυκλώνονται ουσιαστικά απόβλητα. Η αποδοτικότητά τους είναι πολύ καλή. «Απαιτούνται δύο κιλά περίπου pellets για ένα λίτρο πετρελαίου», σημειώνει ο κ. Νασίκας. Με τιμή γύρω στα 150-160 ευρώ τον τόνο (χωρίς ΦΠΑ), η βιομάζα είναι ανταγωνιστική οικονομικά, των σημερινών τιμών πετρελαίου.
Η βιομάζα όμως είναι πολύ συμφέρουσα για το περιβάλλον. Κατ' αρχήν, οι εκπομπές διοξειδίου του θείου και άλλων βλαβερών ρύπων (που εκλύουν τα ορυκτά καύσιμα) είναι σχεδόν μηδενικές. Επιπλέον, μηδενικές θεωρούνται και οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, καθώς όσο διοξείδιο του άνθρακα απελευθερώνεται από την καύση τους, απορροφάται από τα φυτά στη διαδικασία της ανάπτυξής τους. Ετσι διαμορφώνεται ένα «κλειστός κύκλος» μηδενικών εκπομπών.
Νέος κλάδοςΜια άλλη σημαντική συνεισφορά της βιομάζας αφορά τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας. Ενισχύει την τοπική παραγωγή, τους αγρότες, αλλά και τη δυνατότητα δημιουργίας βιομηχανικού κλάδου (υπάρχουν ήδη στην Ελλάδα πέντε βιομηχανίες παραγωγής pellet και δύο βιομηχανίες κατασκευής καυστήρων).
Η πολύτιμη αγριαγκινάραΔεν είναι μόνο η αξιοποίηση των γεωργικών και άλλων υπολειμμάτων που μπορεί να δώσει πολύτιμες ενεργειακά ποσότητες βιομάζας. Σε όλο τον πλανήτη πειραματίζονται στη δυνατότητα καλλιέργειας των λεγόμενων ενεργειακών φυτών. Η «ελληνική απάντηση» φαίνεται να είναι η αγριαγκινάρα, ένα φυτό διαδεδομένο στην ελληνική ύπαιθρο, που οι αγρότες το λένε γκαγκάνι, έχει τεράστιες ενεργειακές δυνατότητες!
Σύμφωνα με έρευνα του Εργαστηρίου Γεωργίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με επικεφαλής τον καθηγητή κ. Νίκο Δαναλάτο, από την οποία ανακαλύφθηκαν οι κρυφές δυνατότητες της αγριαγκινάρας, πρόκειται για φυτό ξηροθερμικό, βαθύρριζο και πολυετές, καλά προσαρμοσμένο στις κλιματικές συνθήκες της Ελλάδας. Η απόδοση σε ξηρή ουσία ανά στρέμμα (χωρίς πότισμα) μπορεί να φτάσει τα 1.200 - 1.600 κιλά, ενώ με δύο τρία ποτίσματα από μέσα Απριλίου μέχρι μέσα Μαΐου κινείται από 2.000 - 2.500 κιλά. Συνολικά πρόκειται για μια πολύ φθηνή καλλιέργεια, με ελάχιστη χρήση αζώτου και καθόλου ζιζανιοκτόνα, αφού το ίδιο το φυτό είναι... ζιζάνιο. Η αποξηραμένη ύλη της αγριαγκινάρας μπορεί να γίνει εύκολα σχετικά πελέτες (pellets) και να χρησιμοποιηθεί σε συστήματα καύσης βιομάζας για ενέργεια και θέρμανση. Σύμφωνα με τον κ. Δαναλάτο, εάν δύο εκατομμύρια στρέμματα καλλιεργούνταν με αγριαγκινάρα, πράγμα ρεαλιστικό και κερδοφόρο για τον αγρότη, θα εξοικονομούσαμε 1,3 εκατ. τόνους πετρελαίου!